Γέρασε η Τσιτσιμπού –η θρυλική ρεμπέτισσα, η φωνή που γέμιζε κέντρα και ράγιζε ποτήρια και καρδιές– κι αναρωτιέται αν έμεινε κανείς να τη θυμάται. Κι έτσι, οπλισμένη μ' ένα κασετοφωνάκι, αρχινά να λέει την ιστορία της, για να ξορκίσει τη λήθη. Θυμάται τη φρίκη της Κατοχής, την ορφάνια, την αδέσποτη καλοσύνη, τη μέρα που το σπάνιο λαρύγγι της φανερώθηκε σαν θαύμα, το αναπάντεχο σουξέ του Τσιτσάνη που της άνοιξε την πόρτα της δόξας. Κι έπειτα... Έρωτες που έσβησαν σαν τα φώτα της πίστας το χάραμα, φίλοι που χάθηκαν στην ομίχλη του χρόνου. Μα η Τσιτσιμπού δεν το βάζει κάτω: η τρυφερότητα παραμονεύει παντού. Τα όνειρα δε γερνάνε. Ένας σύγχρονος μύθος για μια μυθική τραγουδίστρια, μια φωνή γεννημένη από πόνο και σεβντά, μια φωνή ζωής και θανάτου, και για το μαγικό της πέρασμα μέσα απ' την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού.
Τζέρι, αυτό το βιβλίο είναι για σένα. Γιατί μπήκες στη ζωή μας και τη μεταμόρφωσες. Σαν όλα τα σκυλιά, είσαι μια ανεξάντλητη μηχανή χαράς, κι η απλή σου ευτυχία, η ευγνωμοσύνη για το κάθε μας χάδι, η αστείρευτη, ανόθευτη αγάπη σου είναι ένα καθημερινό μάθημα – το δώρο μιας καθαρής καρδιάς.Κι έτσι, Τζεράκι, αυτό το βιβλίο είναι δικό σου,κι ας μην το διαβάσεις. Γιατί όποιος αγαπάει, υμνεί. Όποιος αγαπάει, λέει ιστορίες του αγαπημένου. Αν είχαμε όλοι την ψυχή σου, ο κόσμος θα ’ταν Παράδεισος.
Μια ιστορία θέλω να σου πω, χωρίς ήρωες αλλά με πολλά θύματα. Χωρίς όπλα αλλά με καθημερινές μάχες. Χωρίς νίκες αλλά με δυνατούς νικητές. Μια ιστορία θέλω να σου πω για την ελπίδα… Εσύ που κρατάς στα χέρια σου τούτο το γραπτό, άκουσες ποτέ για τα «μωρά της σοφίτας»; Σου πέρασε από το μυαλό πόσες ψυχές δεν είδαν ποτέ το φως του ήλιου, ενώ έτρεχαν να το ανταμώσουν γλιστρώντας από τα σπλάχνα της μάνας τους; Ανίδεος είσαι, αναγνώστη, για τα μικρά και μεγάλα δράματα μιας κοινωνίας που έκρυβε, όπως η γάτα τις ακαθαρσίες της, ολισθήματα, αμαρτίες, ακόμη και ακολασίες, όπου μπορούσε. Σε υπόγεια, σε σοφίτες, και κάτω από το χώμα καμιά φορά… Βρέθηκαν πολλά τέτοια μωρά, έπειτα από χρόνια, όταν τα παλιά αρχοντικά ήρθε η ώρα τους να γίνουν πολυκατοικίες. Οι συνθήκες υγρασίας φαίνεται ότι έπαιξαν ρόλο ώστε να μετατραπούν σε μικροσκοπικές μούμιες που σόκαραν όσους τα ανακάλυψαν. Τα μωρά της σοφίτας… Εγώ δε βρίσκομαι ανάμεσά τους όμως… Είμαι ένα μωρό της σοφίτας αλλά εγώ έζησα. Και μεγάλωσα…. Για να γράψω την ιστορία μου…
Δύο άγνωστοι απειλούν με μαχαίρι και πιστόλι τον Παράσχο. Έχουν απαγάγει την κόρη του και απαιτούν ο γιος του να ελευθερώσει τον κομιτατζή Ασάν Τάνο. Σε παράλληλο χρόνο ο παππούς Αντίπας ζει με την ανάμνηση της αινιγματικής Ρωξάνης. Το κυνήγι της ευτυχίας, το λίγο που γεμίζει μια ζωή, η μεταμόρφωση μιας πόλης, τα όνειρα και οι ψευδαισθήσεις τριών γενιών, που πορεύονται όπως καθορίζουν τα βήματά τους οι γυναίκες – σύζυγοι, ερωμένες, μητέρες, κόρες, αδελφές… Κι όλα έχουν ως φόντο τη βαβυλωνία φυλών και γλωσσών κι εν γένει τη συνταρακτική ιστορία της Θεσσαλονίκης από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου, με τις μνήμες να συμπληρώνουν κύκλο ενενήντα εννέα χρόνων.Οι ήρωες σμίγουν με νταήδες, τυχοδιώκτες και αδελφικούς φίλους, ενώ στο προσκήνιο εναλλάσσονται συμμορίες, χοροεσπερίδες, καφέ σαντάν, χαμαιτυπεία, πόρνες, κατάσκοποι, βομβιστικές επιθέσεις, πυρκαγιές… Πότε βλέπουν τ’ αστέρια να σπιθίζουν, πότε τραντάζονται στο καλντερίμι της ζωής και πότε φλέγονται στο καμίνι της εκδίκησης, της προδοσίας, των ηθών, της απώλειας, του μίσους, του εθνικισμού, του χρήματος, μα και στον ξέφρενο χορό του έρωτα.
Ο θάνατος του Μάρκου ήταν άραγε τραγικό δυστύχημα ή ανθρωποκτονία από πρόθεση; Ο Άλκης είναι σίγουρος πως η Μελάνθη κάτι του κρύβει. Κι ως αστυνομικός είναι αποφασισμένος να μάθει την αλήθεια. Εκείνη ξέρει πως δεν μπορεί να στηριχτεί πάνω του. Αν του αποκαλύψει πως δε σταμάτησε ποτέ να τον αγαπάει, θα αναγκαστεί να μοιραστεί μαζί του το ανείπωτο μυστικό της. Και τότε η ζωή της θα γίνει χίλια κομμάτια. Μπερδεμένη, φοβισμένη και μόνη, προσπαθεί να ξεφύγει από τον ιστό που υφαίνεται γύρω της. Αλλιώς κινδυνεύει να χάσει ακόμα και τη ζωή της. Ένα μπλε ζαφείρι, ένας σκορπιός, ένα γεράκι-κυνηγός κι η Λήμνος, ένα νησί πλημμυρισμένο μυστήριο, μπλέκονται με τους ήρωες, με το αγγελικό και συνάμα διαβολικό πρόσωπό τους, με τα ανείπωτα μυστικά τους, με τρεις δολοφονίες. Τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα όταν πιεστεί πολύ; Τα πάντα.
«Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λεύτερος». Η Ασκητική είναι ένα φιλοσοφικό μανιφέστο που διέπεται από έναν οραματικό-προφητικό τόνο, εμποτισμένο με τη λυρικότητα του δημιουργού της. Το νόημα της ζωής και της ύπαρξης συμπυκνώνεται σε έναν συνεχή αγώνα κατά το «ανηφόρισμα του ανθρώπου», όπου το ηθικό «χρέος» συμβαδίζει με την υπαρξιακή «κραυγή», δίνοντας φωνή στην «ελευθερία», στην πλήρη αποδέσμευση της ανθρώπινης οντότητας από κάθε φόβο αλλά και κάθε ελπίδα. Ο Καζαντζάκης επεξεργάστηκε την Ασκητική του ξανά και ξανά, είναι ο σπόρος από όπου βλάστησε όλο του το έργο, όπως εξομολογήθηκε κάποια στιγμή στον Πρεβελάκη. Με άλλα λόγια, πρόκειται για την πεμπτουσία της σκέψης του. Αυτό το γενναιόδωρο βιβλίο, με την οδυνηρή ειλικρίνεια και την ποιητικότητά του, είναι ο διακαής πόθος της ελευθερίας, ο αγώνας προς την ολοκλήρωση, που τελικά καταλήγει σε μια δυνατή κραυγή για να μας οδηγήσει στο ανώτατο σκαλοπάτι της ωριμότητας: τη σιωπή. «Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός, κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος. Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή, κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία». Οι νέες εκδόσεις, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε