Ευκαιρία μελέτης, λογισμού και ονείρου η επέτειος των διακοσίων χρόνων ύπαρξης του Νεοελληνικού Κράτους. Σε μια τέτοια διαδικασία η διεισδυτική σκέψη του Οδυσσέα Ελύτη είναι πολύτιμη. Τα εκατόν τριάντα επιλεγμένα αποσπάσματα πεζού λόγου του Ελύτη, που περιλαμβάνει το βιβλίο, διαμορφώνουν μιαν άλλου είδους πατριδογνωσία. Η Ελλάδα, η ιστορία του ελληνισμού, η ελληνική γλώσσα, η ελληνική θάλασσα - το Αιγαίο, η ελληνική φύση, η ελληνική τέχνη και η ελληνική πραγματικότητα αποτελούν τους επτά επιμέρους θεματικούς άξονες των κειμένων. Ο Οδυσσέας Ελύτης αποσαφηνίζει, προτρέπει, καταγγέλλει και μας δίνει τον μίτο μιας νοητής περιπλάνησης στα μονοπάτια ιδεών και αισθήσεων της χώρας μας, όπως την είδε και την έζησε ο ίδιος, που δεν φοβήθηκε να δηλώσει Έλληνας «οργανικά, ψυχολογικά, αισθησιακά, ακατανίκητα!».
Στην αρχή το φως και η ώρα η πρώτη που τα χείλη ακόμη στον πηλό δοκιμάζουν τα πράγματα του κόσμου Αίμα πράσινο και βολβοί στη γη χρυσοί Πανωραία στον ύπνο της άπλωσε και η θάλασσα γάζες αιθέρος τις αλεύκαντες κάτω απ' τις χαρουπιές και τους μεγάλους όρθιους φοίνικες Εκεί μόνος αντίκρισα τον κόσμο κλαίγοντας γοερά Η ψυχή μου ζητούσε Σηματωρό και Κήρυκα Είδα τότε θυμάμαι τις τρεις Μαύρες Γυναίκες να σηκώνουν τα χέρια κατά την Ανατολή Χρυσωμένη τη ράχη τους και το νέφος που άφηναν λίγο-λίγο σβήνοντας δεξιά [...] [Από την έκδοση]
"Η μεγάλη χίμαιρα" είναι ένα λεπτομερές ψυχογράφημα. Ο συγγραφέας καταπιάνεται με ένα γυναικείο χαρακτήρα και τον αναλύει συστηματικά. Η ιστορία της Μαρίνας, μιας νεαρής Γαλλίδας που ερωτεύεται, παντρεύεται και ακολουθεί τον άνδρα της στη Σύρα, στο πατρικό του σπίτι της Επισκοπής. Εκεί ζει, κάτω από τον βαρύ, αποδοκιμαστικό ίσκιο της πεθεράς της. Καθώς η Μαρίνα συνδέει την τύχη της με τα βαπόρια του άνδρα της, κάθε ψυχική της αναταραχή έχει περίεργες συνέπειες πάνω στη ζωή τους. Όταν έρχεται η οικονομική καταστροφή που είναι συνδεδεμένη με την ψυχική φθορά της ηρωίδας, τότε όλα μπαίνουν στο φαύλο κύκλο του έρωτα και του θανάτου.
«Η πρώτη κραυγή του ανθρώπου είναι κλάµα. Από κει και πέρα οι άνθρωποι ή παραµένουν άνθρωποι και κλαίνε ή γίνονται τέρατα και κάνουν τους άλλους να κλαίνε». Δύο στενοί φίλοι, ο Ευγένης Βενετός και ο Άρης Βεργωλής, µοιράζονται τη φτώχεια και την απελπισία και φουντώνουν από αγανάκτηση για την αδικία που κυβερνάει αυτό τον κόσµο, προσπαθώντας να την εξηγήσουν ο καθένας απ’ τη µεριά του. Κάποτε θα συναντήσουν τυχαία –ή µήπως όχι;– τον γερο-Ραµατά. Αυτός, στον παλιό καφενέ του, θα γίνει ο πατέρας τους, συντροφεύοντάς τους καθώς θα έρχονται αντιµέτωποι µε τις επιλογές τους. Ώσπου µια µέρα θα πέσει στα χέρια τους το βιβλίο της Φούγιας, Για λίγο ουρανό, που χωρίς να το περιµένουν θ’ αλλάξει τελικά τη ζωή τους. Πρόσωπα που θα τα φέρει κοντά η τύχη, ίσως και το πεπρωµένο, τα οποία ανακαλύπτουν πως τελικά «οι κερασιές θ’ ανθίσουν και φέτος»... «Νύσταξα να σε καρτερώ, έρωτα, και να λειώνω µπρος στο βιβλίο της ζωής σκυµµένος µια ζωή! Μα αν ήτανε να ερχόσουνα για ένα, έστω, πρωί, χίλια θε να ’δινα πρωινά να ζούσα εκείνο µόνο!»
Την περίοδο του Εµφυλίουπολέµου στη Μακρόνησο κατοικεί η ωµή βία, ο τρόµος, η απελπισία. Στον αριθµό Μηδέν της οδού Αβύσσου δε µένουνόµως µόνο «δήµιοι» και θύµατα· σ’ αυτή την κοινωνία της παράνοιας ανήκει και ο ασυµβίβαστος ιδεολόγος, ο µικροαπατεώνας, ο περιθωριακός που κάνει τον βασανιστή, αλλά και ο ψευτοδιανοούµενος «ανανήψας» που απαγγέλλει παθιασµένα ποίηση στους παλιούς συντρόφους του… «Η φρίκη της Μακρόνησος δε χωράει σε βιβλία. Διαβάζεται µόνο µες στα µάτια των τρελών της. Μόνο τ’ αυτιά του Λαυρίου πρόφτασαν στην αρχή ν’ αρπάξουν κάτι ξεφτίδια απ’ τις φωνές… Στην αρχή, γιατί αργότερα ράγισαν κι αυτά και δεν άκουαν πια τίποτα. Κι έτσι απόµειναν µόνο οι σκύλοι –µε το προφητικό τους ένστικτο– να σκορπούν απ’ τους καρβουνοσωρούς τις οιµωγές τους, σα µαύρουςχρησµούς που έβγαιναν απ’ τα σπλάχνα του προαιώνιου ζώου».
Το εμβληματικό έργο του Τζορτζ Όργουελ. Μια δηκτική σάτιρα για τα κάθε είδους ολοκληρωτικά καθεστώτα. Όλο το καλοκαίρι, η δουλειά στη φάρμα πήγαινε ρολόι. Τα ζώα ήταν τόσο ευτυχισμένα όσο δεν θα το φαντάζονταν ποτέ. Κάθε μπουκιά τροφής ήταν μια έντονη, αδιάσειστη χαρά, τώρα που η τροφή ήταν πραγματικά δική τους, που είχε παραχθεί από αυτούς για αυτούς, που δεν τους είχε μοιραστεί με το σταγονόμετρο από ένα γκρινιάρικο αφεντικό. Τώρα που τα άχρηστα, παρασιτικά ανθρώπινα πλάσματα είχαν φύγει, υπήρχε περισσότερο φαγητό για όλους.
Ένα από τα πιο εμβληματικά και ταυτόχρονα τρομακτικά μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ, το 1984 είναι ένα σπάνιο έργο που μας στοιχειώνει όλο και περισσότερο καθώς το δυστοπικό μέλλον το οποίο περιγράφει γίνεται όλο και πιο αληθινό. ο Κόμμα σού έλεγε να αρνιέσαι τη μαρτυρία των ματιών και των αυτιών σου. Ήταν η υπέρτατη, η ουσιωδέστερη εντολή του. Απομονωμένος στο νησί Ιούρα στα ανοιχτά της Σκωτίας, υποφέροντας από τη φυματίωση που θα αποβεί σύντομα μοιραία για τη ζωή του, ο Τζορτζ Όργουελ έγραψε το 1984 με πυρετώδη ρυθμό, σ’ έναν αγώνα δρόμου με τον χρόνο, μεταξύ 1947 και 1948. Στις 4 Δεκεμβρίου του 1948 έστειλε το ολοκληρωμένο χειρόγραφο στον εκδοτικό οίκο Secker and Wartburg και το βιβλίο κυκλοφόρησε στις 8 Ιουνίου του 1949, επτά μόλις μήνες πριν από τον θάνατό του. Κορυφαίο δείγμα πολιτικής δυστοπικής μυθοπλασίας, το 1984 δάνεισε στην αγγλική γλώσσα όρους που καθιερώθηκαν σύντομα στην καθομιλουμένη, ενέπνευσε ταινίες, τηλεοπτικές εκπομπές, θεατρικά έργα, ένα μπαλέτο, μία όπερα, ένα άλμπουμ του Ντέιβιντ Μπόουι, απομιμήσεις, παρωδίες, συνδέθηκε με τους πλέον ετερόκλιτους πολιτικούς χώρους, από το κίνημα των Μαύρων Πανθήρων ως την αντικομμουνιστική Birch Society, ερμηνεύτηκε με ποικίλους τρόπους, απαγορεύτηκε, αμφισβητήθηκε. Από το επίμετρο της Κατερίνας Σχινά
Έτσι έγινε και είδα το Εκκρεμές. […] Το Εκκρεμές μού έλεγε ότι μολονότι όλα κινούνταν, η υδρόγειος σφαίρα, το ηλιακό σύστημα, τα νεφελώματα, οι μαύρες τρύπες και όλα τα τέκνα της κοσμικής εκπόρευσης, από τα πρώτα θεία όντα έως την πιο ιξώδη ύλη, ένα μοναδικό σημείο παρέμενε ιδεατός πίρος, σφήνα, γάντζος, και άφηνε το σύμπαν να κινείται γύρω του. Και τώρα εγώ συμμετείχα σ’ αυτή την υπέρτατη εμπειρία, εγώ που επίσης κινιόμουν μέσα στα πάντα μαζί τους, μπορούσα να δω Εκείνο, το Ακίνητο, το Φρούριο, την Εγγύηση, την ολόφωτη αχλή που δεν είναι σώμα, δεν έχει σχήμα, μορφή, βάρος, ποσότητα ή ποιότητα, και δεν βλέπει, δεν νιώθει, δεν υποκύπτει στο συναίσθημα, δεν βρίσκεται σ’ έναν τόπο, ή σε χώρο και χρόνο, δεν είναι ψυχή, διάνοια, φαντασία, γνώση, αριθμός, τάξη, μέτρο, ουσία, αιωνιότητα, δεν είναι σκότος ούτε φως, δεν είναι λάθος και δεν είναι αλήθεια. Ένα βιβλίο που σε παίρνει μαζί του στο χρόνο και σου αποκαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο από μυστικές αδελφότητες, υπόγειες κοινωνίες, πλεκτάνες και συνωμοσίες, μέσα από τη χαρισματική γραφή του μεγάλου Ιταλού διανοούμενου.